3 ΙΣΤΟΡΙΕΣ...

3 ΙΣΤΟΡΙΕΣ...

ΤΟ ΚΑΣΤΡΟ ΤΗΣ ΓΡΑΜΒΟΥΣΑΣ

Το σημερινό κάστρο της Γραμβούσας, κτίσθηκε τον 16o αιώνα (1579-1584) από τους Ενετούς, οι οποίοι έβλεπαν την τουρκική επεκτατικότητα. Πρόκειται για ένα αριστούργημα οχυρωματικής τέχνης για την εποχή εκείνη, το οποίο μετέβαλαν σε απόρθητο φρούριο.

Η θέση του, δίνει την δυνατότητα σ’ αυτόν που το κατείχε, να ελέγχει και να παρακολουθεί το στενό που σχηματίζεται μεταξύ Δυτ. Κρήτης και Πελοποννήσου.

Τελικά, οι Ενετοί δεν κατόρθωσαν να αποτρέψουν την κατάληψη της Κρήτης από τους Τούρκους. Το 1645, οι Τούρκοι μετά από μια σύντομη πολιορκία καταλαμβάνουν τα Χανιά, ενώ το 1669 ολοκληρώνεται η κατάκτηση της Κρήτης. Οι Ενετοί, κατάφεραν με την συνθήκη του Μorozini, να κρατήσουν το κάστρο της Γραμβούσας (επίσης την νησίδα της Σούδας και την Σπιναλόγκα), με την ελπίδα ότι κάποτε θα επανακτήσουν τον έλεγχο της Κρήτης. Η Γραμβούσα χρησίμευε σαν βάση των Ενετών, στην απατηλή προσπάθεια να επανακτήσουν την Κρήτη, αλλά και σαν ορμητήριο και καταφύγιο των Κρητών  αγωνιστών. Δυστυχώς όμως και το κάστρο αυτό, παραδόθηκε το καλοκαίρι του 1692 από τον Ενετό φρούραρχο, τον Καλαβρέζο αξιωματικό Luca Della Rocca στους Τούρκους, οι οποίοι με την σειρά τους, του έδωσαν κάποια αξιώματα στην Κωνσταντινούπολη και ειρωνικά τον αποκαλούσαν «Καπετάν Γραμβούσα».

Οι Τούρκοι στη συνέχεια οχύρωσαν το κάστρο με 66 κανόνια μεγάλου βεληνεκούς, εγκατέστησαν ισχυρότατη φρουρά και το κατέστησαν απόρθητο. Από τότε, κάθε επαναστατική δραστηριότητα των Κρητικών, περιορίστηκε στο ελάχιστο για πολλά χρόνια. Κατά τη διάρκεια της Ελληνικής εξέγερσης κατά των Τούρκων, η Γραμβούσα έπαιξε σημαντικό και αποφασιστικό ρόλο. Μετά από πολλές προσπάθειες, το κάστρο τελικά καταλήφθηκε από τους Κρήτες επαναστάτες το 1825, όταν μια ομάδα Κρητών, μεταμφιεσμένη σε Τούρκους, εισήλθε σ’ αυτό.

Η Γραμβούσα, ήταν το πρώτο κομμάτι της Κρήτης, που απελευθερώθηκε από τους Τούρκους. Έγινε καταφύγιο για περισσότερους από 3000 κατοίκους και η βάση των επιχειρήσεων, για τις επαναστατικές ομάδες. Από την ελεύθερη Γραμβούσα, ξεκινούσαν τα επαναστατικά σώματα οι «Καλησπέριδες» και σκόρπιζαν τρόμο στους Τούρκους, που σε αντιπερισπασμό οργάνωσαν και αυτοί τις Ζουρίδες, ένοπλα σώματα, που έστηναν παγίδες στους Χριστιανούς.

Εξ αιτίας όμως των πολύ δύσκολων συνθηκών διαβίωσης, οι Γραμβουσιανοί επιδόθηκαν συστηματικά στην πειρατεία, κουρσεύοντας αδιακρίτως όλα τα περαστικά πλοία μεταξύ Γραμβούσας και νήσου Αντικυθήρων, γεγονός που ξεσήκωσε την κοινή γνώμη της Ευρώπης κατά των πειρατών. Με συμφωνία της Ελληνικής Κυβέρνησης, οι στόλοι Αγγλίας και Γαλλίας κατέλαβαν το κάστρο το 1828 και εξεδίωξαν τους πειρατές. Με το Πρωτόκολλο του Λονδίνου, η Κρήτη παρέμεινε στους Τούρκους και το 1831 η Ρωσική φρουρά της Γραμβούσας, παρέδωσε το κάστρο πάλι στους Τούρκους, προς μεγάλη δόξα της διεθνούς δικαιοσύνης εκείνης της εποχής.                                                                                                                                                 

ΝΙΚΟΛΗΣ ΤΣΕΓΚΑΣ

Ο θρυλικός τροβαδούρος της Γραμβούσας

​«Στης Γραμπούσας τ’ ακρωτήρι εγλεντούσα μια φορά μ’ ένα Κρητικό ψαρά.
Μ’ένα γέρο καπετάνιο, που’ χε βάρκα τη χαρά, στης Γραμπούσας τα νερά.
Πλανεύτρα θάλασσα, θάλασσα λεβεντοπνίχτρα, πού’ ναι ο γέρος μερακλής ο παλιός τραγουδιστής;
Όλα τα’ άρμενα αρμενίζουν, με πανιά και με κουπιά στης Γραμπούσας τα νερά.
Μα του Τσέγκα τ’ αρμενάκι δεν ξαναγυρίζει πια στης Γραμπούσας τα νερά.
Πλανεύτρα θάλασσα, θάλασσα λεβεντοπνίχτρα, πού’ ναι ο γέρος μερακλής, ο παλιός τραγουδιστής;
Ν’ αρματώσει τη χαρά του, το τραγούδι του να πει».
 
Το τραγούδι αυτό, είναι από τα πιο τραγουδισμένα και αγαπημένα παραδοσιακά τραγούδια της Κρήτης και γράφτηκε από τον Κώστα Μουντάκη (Ακούστε το στο youtube). Είναι αφιερωμένο στη μνήμη του Κισσαμίτη Νικολή Τσέγκα, που γεννήθηκε το 1900. Φτωχός, αγράμματος και απλοϊκός ψαράς,αγάπησε τη Γραμβούσα, την τραγούδησε, την ύμνησε. Ήταν ο μεγάλος τροβαδούρος της.
Ταλαντούχος, αυτοδίδακτος λαϊκός συνθέτης, έγινε θρύλος σαν και αυτή. Διακρίθηκε σαν μαντιναδολόγος, ενώ οι μαντινάδες του θα μείνουν παροιμιώδεις. «Γραμπουσιανά» ονόμασε τα συρτά του και με γραμπουσιανές μαντινάδες τα τραγούδησε. Ήταν θυμόσοφος, θρηνούσε τη κακομοιριά του, απορούσε για τα παράξενα του κόσμου και χαιρόταν τη ζωή. Είχε ένα μοναδικό ταλέντο, μπορούσε να συνθέσει μουσική σφυρίζοντας, ενώ δεν ήξερε να παίζει κανένα μουσικό όργανο. Δεν είχε σπουδάσει μουσική, δεν είχε βγάλει ωδείο. 
 
Τραγικό το τέλος του υμνητή της Γραμβούσας. Πνίγηκε στα βαθυγάλαζα νερά της, μια αποφράδα μέρα για την Κρήτη. Ήταν ψαράς και με το καΐκι του «Κυριάκος» χάθηκε στις 7 Δεκεμβρίου 1966 στα μανιασμένα κύματα της Γραμβούσας, όταν την ίδια στιγμή στο Κεντρικό Αιγαίο γινόταν στη Φαλκονέρα το ναυάγιο του Επιβατηγού – Οχηματαγωγού πλοίου «Ηράκλειο» με 250 πνιγμένους Κρητικούς. Ο Τσέγκας πνίγηκε στον τόπο που αγάπησε πιο πολύ, από κάθε τι σε αυτό τον κόσμο. Η γυναίκα του Μαρία, δεν μπόρεσε να τον κρατήσει πάνω στο καΐκι από την τρομερή θαλασσοταραχή. Μόνη της έμεινε στο σκάφος δύο μερόνυχτα. Όταν κόπασε η φουρτούνα, πήγαν Καστελιανοί ψαράδες και την πήρανε. Ο Τσέγκας έγινε θρύλος, σαν τη Γραμβούσα.

Σήμερα ο επισκέπτης αναρωτιέται, πόσο σημαντικός θα ήταν άραγε αυτός ο άνθρωπος, ώστε να δέσει την παρουσία του με έναν ολόκληρο τόπο! Και όμως, ο Τσέγκας, έμεινε στην ιστορία και στις καρδιές όλων όσων τον γνώρισαν, αλλά και των μετέπειτα γενεών. Ένας αυθεντικός άνθρωπος, μια Κρητική παρουσία και ψυχή.

Κάθε χρόνο, το τελευταίο Σάββατο του Ιουλίου, ο Σύλλογος Προβολής Κισάμου η «ΓΡΑΜΠΟΥΣΑ», διοργανώνει εκδρομή με την εταιρία μας  στα πλαίσια των εορταστικών εκδηλώσεων «ΓΡΑΜΠΟΥΣΙΑ» και τα πλοία μας μεταφέρουν επισκέπτες στη Γραμβούσα και στο Μπάλο (Τηγάνι). Στο κάστρο της Γραμβούσας, γίνεται ομιλία και ψάλλεται τρισάγιο για τους πεσόντες της Γραμβούσας, ενώ το ίδιο επαναλαμβάνεται και στο Μπάλο,  όπου ο Σύλλογος από το 1997 έχει τοποθετήσει αναμνηστική πλάκα. Κατά την διαδρομή του πλοίου από Γραμβούσα στο Μπάλο, ρίχνονται στέφανα στο σημείο που πνίγηκε ο Νικολής Τσέγκας, ενώ μέσα στο πλοίο, βιολιτζήδες και λαουτιέρηδες μαζί με τους επιβάτες τραγουδούν δακρυσμένοι «Στης Γραμπούσας τ’ακρωτήρι», αποχαιρετώντας για μια ακόμη φορά τον θρυλικό τροβαδούρο της Γραμβούσας……

Νικολή Τσέγκα, έχεις μείνει στην ψυχή μας, εσύ και οι μαντινάδες σου, γι’αυτό σε τραγουδούμε παντού και πάντοτε. Έγινες θρύλος, μαζί με τη Γραμβούσα.   

ΤΟ ΝΑΥΑΓΙΟ ΤΗΣ ΓΡΑΜΒΟΥΣΑΣ

Δίπλα από το λιμανάκι της Ήμερης Γραμβούσας και κοντά στο εκκλησάκι των Αγ. Αποστόλων, δεσπόζει ημιβυθισμένο το μικρό φορτηγό πλοίο "ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Π", μήκους 35 μ.

Ένα σκουριασμένο ναυάγιο, που έχει γίνει πλέον χαρακτηριστικό στοιχείο της περιοχής και αποτελεί ενδιαφέροντα ψαρότοπο για τους ψαροντουφεκάδες , αλλά και αντικείμενο φωτογράφησης γι’ αυτούς που φωτογραφίζουν μόνο ναυάγια.

Στις 30 Δεκεμβρίου 1967, απέπλευσε από την Χαλκίδα με φορτίο 440 τόνους τσιμέντα και προορισμό τη Βόρεια Αφρική.  Εξαιτίας των δυσμενών καιρικών συνθηκών που επικρατούσαν, το πλοίο αναγκάσθηκε να αγκυροβολήσει στον Όρμο Διακόφτι των Κυθήρων. Στις 6 Ιανουαρίου 1968 απέπλευσε για τον προορισμό του, πλην όμως και πάλι συνάντησε κακοκαιρία, με αποτέλεσμα να αναγκασθεί να αλλάξει πορεία προς τις βορειοδυτικές ακτές της Κρήτης. Επειδή η κακοκαιρία συνεχιζόταν, το πλοίο αναγκάσθηκε να αγκυροβολήσει με τις δύο άγκυρές του, στη νότια πλευρά της νήσου Ήμερη Γραμβούσας και σε απόσταση 200μ. περίπου από την  ακτή.

Το μεσημέρι στις 13.15 της 8ης Ιανουαρίου 1968 και επειδή οι καιρικές συνθήκες επιδεινώθηκαν, κόπηκε η αλυσίδα της δεξιάς άγκυρας. Ο καπετάνιος του προσπάθησε να κρατήσει το πλοίο με τη βοήθεια της μηχανής, πλην όμως δεν τα κατάφερε και το σκάφος προσάραξε με την αριστερή πλευρά, με αποτέλεσμα το μηχανοστάσιο τα κατακλυσθεί από νερά. Τότε ο καπετάνιος διέταξε να εγκαταλειφθεί το πλοίο και το πλήρωμα αποβιβάστηκε ασφαλώς στην Ήμερη Γραμβούσα, όπου παρέμεινε εξαιτίας των συνεχιζόμενων δυσμενών καιρικών συνθηκών, μέχρι τις 10 Ιανουαρίου. Τελικά, το αντιτορπιλικό πλοίο του Πολεμικού Ναυτικού μας «ΙΕΡΑΞ», παρέλαβε το πλήρωμα και το μετέφερε ασφαλώς στη Σούδα.

Το «ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Π» παραμένει μέχρι και σήμερα εκεί, αποτελώντας πλέον αναπόσπαστο κομμάτι του τοπίου της Γραμβούσας, μαζί με άλλα ναυάγια που βρίσκονται βυθισμένα επί αιώνες γύρω από το νησί.